Η ιστορία του ελληνικού λαού ανέδειξε, ως διαχρονική στάση ζωής του, την αντίσταση προς όσους επιβουλεύονται την ανεξαρτησία της πατρίδας, την ελευθερία των πολιτών, τη δημοκρατία. Πρόκειται για χαρακτηριστικό που έχει ενσωματωθεί στο «κύτταρό» του.
Όλοι όσοι επιχείρησαν να τον υποτάξουν απέτυχαν.
Η βαρβαρότητα και οι θηριωδίες του, όπως εν προκειμένω ο απαγχονισμός των Ελλήνων πατριωτών στην οδό Ταξιαρχών, από τα γερμανικά στρατεύματα κατοχής, αποτελούν εγγενή στοιχεία του.
Πρέπει δε να παραμείνουν αναλλοίωτο στοιχείο της ιστορικής μνήμης, προκειμένου να αποτραπεί, και τώρα και στο μέλλον, η επανάκαμψη της βαρβαρότητας του φασισμού.
Σήμερα, που ο φασισμός «σηκώνει» και πάλι «κεφάλι» υπό διάφορες μορφές, μπορεί κι πρέπει να αντιμετωπισθεί, με θεσμικά και οικονομικά μέτρα, κυρίως όμως με τη διαμόρφωση αντφασιστικής συνείδησης στην κοινωνία, την επαγρύπνηση των πολιτών και την ενεργοποίησή τους εναντίον του.
Σε αυτό το πλαίσιο, η διεκδίκηση των γερμανικών αποζημιώσεων και του κατοχικού δανείου, δεν αποτελεί «ιδεοληψία» ή παρωχημένη εμμονή στο παρελθόν.
Συνιστά κίνηση αποκατάστασης στοιχειώδους δικαιοσύνης και εκπλήρωσης ηθικού χρέους, ώστε εκείνα τα αποτρόπαια γεγονότα να μην τα καλύψει η παρέλευση του χρόνου και συνακόλουθα η λήθη που κάποιοι επιδιώκουν να επιβληθεί.
Η άσκηση της ιστορικής μνήμης αποτελεί ευκαιρία επανασύνδεσης με το νήμα της ιστορίας.
Λαοί που ξεχνούν την ιστορία τους είναι «καταδικασμένοι» να την ξαναζήσουν, με την επανάληψή της να μην είναι «ιστορικό» λάθος, αλλά έγκλημα.